πιθανότητα δε θα πρεπε, αλλά - ετεροχρονισμένη συγγνώμη σταλμένη στις παλάμες σου από το μέλλον. ας αφήσω όμως αυτή την θλιβερή ιστορία για να πιάσω μια άλλη. κάτι που ίσως να σκέφτηκες. οι ιστορικοί του μέλλοντος θα δείξουν στα πλήθη τον κατάλληλο δρόμο κι εσένα. τ' όνομά σου τ' όνομά μου τ' ονόματά μας χαμένα. όλα τα ονόματα θα χουν καταργηθεί πια οριστικά. θα μαστε εκείνος κ εκείνη, χωρίς καν κεφαλαίο έψιλον.
είπε, έψιλον. είπα, τι;
είπε όχι εσύ το έψιλον, άλλο το έψιλον, αυτό εδώ να κοίτα στη χούφτα μου έχω μια μικρή πόλη που γίνεται μεγάλη και φλέγεται, δες κάτω από τ' αυλάκι της παλάμης μου, κρυμμένα τα κρίματά μας όλα. το έψιλον είναι φακός μεγενθυντικός, είπες. μεγαλώνει το κάθε συναίσθημα, αρκεί βέβαια αυτό να προϋπάρχει. κι εγώ, περπάτησα πολύ, απ' το 'να σπίτι στ' άλλο περπάτησα και σκεφτόμουν, τι προϋπάρχει άραγε και πώς θα μπορούσε να πάρει όγκο, να φουσκώσει σαν το ζυμάρι και να με πνίξει, να βγει από τη μύτη μου σαν τον εγκέφαλο που τον τραβάν με τσιγκέλι για να ταριχεύσουν το σώμα.
κάπου την έχω ξαναβάλει αυτή την εικόνα. εικονίτσα στην τσέπη σου. ένα βράδυ ο άγιος προστάτης της έψιλον, σκαλισμένος σε ξύλο βαρύ και τίμιο, έπεσε στη μέση του μετώπου της ενώ κοιμόταν. κάποτε οι άγιοι συνήθιζαν να κάνουν θαύματα, να εντυπωσιάζουν τους ανθρώπους για να συνδεθούν μαζί τους. τους πρόσεχαν από και προς το σπίτι, στη γέννα, στην ασθένεια, στον φόβο, στα κακά τα μεγάλα, και όλα τα καλά μικρά μεσαία έξτρα λάρτζ, αυτοί τα προκαλούσαν. κάποτε οι άγιοι όλα τα ξεραν και πρόσεχαν την ώρα που θα ανάσαινες λίγο πιο αλαφρά, έρχονταν και σου πάταγαν το στέρνο κι εσύ δεν ζούσες πια. το χε σκεφτεί πολλά βράδια εκείνος ο ισχνός άγιος μέχρι που προσπάθησε να μου ανοίξει το κεφάλι στα δυο. αυτός και η έμφυλη ασώματη βία του, εμπαικτικά επαναλάμβανε τ' όνομά μου, που πάντα αρχίζει από έψιλον
όπως και τόσα άλλα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου