392 τραγούδια του Daniel Johnston για τον Daniel Johnston - Alexandra Espinosa (μετάφραση)

Καμία σάρκα δεν ενδιαφέρεται να αγαπηθεί,
ούτε στο ελάχιστο.

Όταν οι μέρες ξεκινήσουν να περνούν,
θα δω πως έφεραν στον επιτάφιό μου τους στίχους
απ' όλα τα τραγούδια που συνθέτουν
τα 23 άλμπουμ
ενός άνδρα
που είναι το πιο θλιμμένο πλάσμα του κόσμου,
παρότι εκείνος δεν το ξέρει.

Ένας επιτάφιος αξιοπρεπής και ωραίος,
μες στον οποίο καμαρώνω σαν χρυσόψαρο που πεθαίνει.

Η νοτισμένη γη μπαίνει μέσα στη μύτη μου
κάνω αυτή τη συζήτηση μέσα στην κίνηση των δρόμων,
και το στόμα σου μιλά,
και το στόμα μου ακούει
και υποστηρίζω, αγαπημένη, επιβεβαιώνω,
πως η θάλασσα είναι βαθιά,
και αν πεθάνεις μέσα της,
είναι επειδή δεν άντεχες να είσαι η μοναδική σκέψη
που βγάζει νόημα, κάτω απ' το νερό.

Θα ξεκινήσω να τρυπάω την καρδιά μου
και με το πέρασμα των ημερών θα συνειδητοποιήσω, ότι
δυστυχώς το μεγαλύτερο κενό του σώματός μου
είναι καθαγιασμένο
όπως μια ξαφνική στιγμή διαύγειας στο μυαλό
ενός αρρώστου,
όπως η αρχέγονη ανάμνηση ενός ανθρώπου
που έχει περπατήσει για 7 ώρες
χωρίς κανέναν προορισμό,
γιατί έχει χάσει τη μνήμη του.

Κάθε φορά που προσπαθώ να βγάλω άκρη
με μια ιδέα,
γύρω από το τι κάνω,
για τον δρόμο που πρέπει να πάρω,
τότε έχω ξεχάσει εκ νέου αυτό που συμβαίνει,
και το φως είναι υπερβολικά μπλε και παγωμένο.

Κανένα άτομο δεν ενδιαφέρεται να καταλάβει πως το αγαπούν,
εκτός
αν κάποιο συναίσθημα δεν είναι μοναδικό,
εκτός
αν το άτομο υπό αμφισβήτηση,
αγαπάει.








Πηγή: εδώ

Πρέπει να φταίει το σούπερ μάρκετ μέσα μου - Major Jackson (μετάφραση)

Πρέπει να φταίει το σούπερ μάρκετ μέσα μου,
όλο φως εσωτερικά, γεμάτο με φαρδιούς διαδρόμους
και τα συμπονετικά αποθέματα εαυτού
όπου θα βρεις τα συναισθήματα και
τις αναμνήσεις μου. Γι' αυτό και εξωτερικά
μοιάζω τόσο τακτοποιημένος και συγκροτημένος.
Το εσωτερικό μου σούπερμάρκετ περιέχει
ένα κρεοπωλείο παλιάς κοπής και μια ψαραγορά.
Καταναλωτές φτάνουν με μια ακόρεστη
πείνα που ανακουφίζω με το
να προσφέρω φρεσκάδα, ποιότητα
και αξία. Κάποιοι είναι άφραγκοι
και μπορούν μόνο να φαντασιωθούν, γλείφοντας τα χείλη τους
μπροστά στις στοίβες από χειροποίητα τυριά και κρέατα
πίσω από τις γυάλινες βιτρίνες, τα τυλιχτά
μπρι και κατσικίσια, οι δέσμες από παστωμένο
σαλάμι και προσούτο. Ακόμα
έχουν γεύση. Προσφέρω δωρεάν εδέσματα
σε στάντ απ' άκρη σ' άκρη
του σούπερ μάρκετ μου ώστε οι άνθρωποι να
με γνωρίσουν και να με συμπαθήσουν.
Στο τμήμα παραγωγής
πολλοί ελέγχουν τα αχλάδια και τα αβοκάντα μου
για ωριμότητα. Στην ανθοκηπευτική ζώνη, σνιφάρουν.
Κάποιοι αποχωρούν με τα μπουκέτα μου.
Περιέχω ενθουσιώδεις υπαλλήλους
που θα σε συνοδεύσουν στο αμάξι σου.
Μερικές φορές, ειλικρινά, το απαιχθάνομαι αυτό
στον εαυτό μου, πάντοτε εξυπηρετικός.
Δεν είχα πάντοτε ένα σούπερ μάρκετ εντός μου.
Άρχισε όταν η εκκλησία μέσα μου
έχασε τους πιστούς της και όταν
έχασα την αγάπη της μητέρας μου σε κοκτέιλ
και άλλα διεγερτικά. Δεν έχει χώρο
για θυμό στο σούπερ μάρκετ. Τον κρατώ
μέσα στο πίσω δωμάτιο με την επιγραφή που λέει
"Απαγορεύεται η είσοδος: Μόνο Προσωπικό."
Είναι ένας τρόπος να υπάρχεις μες στον κόσμο,
ένας εαυτός, γεμάτος με ταμεία και ψυγεία,
μέχρι κάποιος να περάσει τρέχοντας από μέσα μου,
ρίχνοντας κάτω τις πυραμίδες μου από κονσερβοποιημένα
αγαθά ή ψωνίζοντας πανικόβλητος, αφήνοντας κενούς διαδρόμους.


"It must be the supermarket in me"

https://www.slowdownshow.org/episode/2023/01/10/796-it-must-be-the-supermarket-in-me

Ευχαριστώντας τη μητέρα μου για τα μαθήματα πιάνου - Diane Wakoski (μετάφραση)

Η ανακούφιση όταν τοποθετείς τα δάκτυλά σου στα πλήκτρα
λες και περπατούσες στην παραλία
και βρήκες ένα διαμάντι
σε μέγεθος παπουτσιού

λες και
έχεις μόλις φτιάξει ένα ξύλινο τραπέζι
και η μυρωδιά απ' το πριονίδι βρίσκεται στον αέρα,
τα χέρια σου ξερά και ξύλινα

λες και
έχεις ξεφύγει
από τον άντρα με το σκούρο καπέλο που σε ακολουθούσε
όλη τη βδομάδα

η ανακούφιση
όταν τοποθετείς τα δάκτυλά σου στα πλήκτρα
παίζοντας τις συγχορδίες των
Μπετόβεν,
Μπαχ,
Σοπέν
        ένα απόγευμα που δεν είχα κανέναν για να μιλήσω,
        τη στιγμή που οι μορφές στις διαφημίσεις των περιοδικών με τα απαλά πουλόβερ
        και τα καθαρά λαμπερά μαλλιά της ρεπουμπλικάνικης μεσαίας τάξης,
        μπαίναν μέσα σε σπίτια με μοκέτες
        και με άφηναν μόνη
        με γυμνά πατώματα και λιγοστά βιβλία

θέλω να ευχαριστήσω τη μητέρα μου
για το ότι δούλευε κάθε μέρα
σε ένα μουντό γραφείο
σε γκαράζ και εταιρείες ύδρευσης
κόβοντας το ζαχαρούχο γάλα από τον καφέ της στα 40
για να χάσει βάρος, το βαρύ κορμί της
γράφοντας τα ευαίσθητα λογιστικά βιβλία
μόνη, χωρίς κανέναν άντρα να κοιτάζει το πρόσωπό της,
το σώμα της, τα πρόωρα ασπρισμένα μαλλιά της
ερωτευμένος
                    θέλω να ευχαριστήσω
τη μητέρα μου για το ότι δούλευε και πάντα πλήρωνε για
τα μαθήματα πιάνου μου
πρωτού πληρώσει το δάνειο της Εθνικής Τράπεζας
ή αγοράσει τα ψώνια της εβδομάδας
ή στείλει για επιδιόρθωση τα παλιοσίδερα του γερασμένου μας Φόρντ.

Ήμουν ήσυχο παιδί
φοβόμουν να μπω σε μαγαζιά μόνη,
φοβόμουν το νερό,
τον ήλιο,
τα βρωμόχορτα στις πίσω αυλές,
φοβόμουν την δύσοσμη ανάσα της μητέρας μου,
και φοβόμουν τις περιστασιακές επισκέψεις του πατέρα μου στο σπίτι,
γνωρίζοντας ότι θα έφευγε πάλι
φοβόμουν το να μην έχω λεφτά,
φοβόμουν το αδέξιο σώμα μου,
που γνώριζα
                πως κανείς ποτέ δε θ' αγαπήσει

Αλλά βρήκα τον δρόμο μου
πάνω στο γέρικο όρθιο πιάνο
αγορασμένο για 10 δολλάρια,
βρήκα τον δρόμο μου μέσα από τον φόβο,
μέσα από την ασχήμια,
μέσα από το μεγάλωμα σε έναν κόσμο με αγορές από μαγαζιά του ενός ευρώ,
και μια επιθυμία να αγαπήσω
έναν κόσμο δίχως αγάπη.

Βρήκα τον δρόμο μου μέσα από ένα άσχημο πρόσωπο
και μοναχικά απογεύματα, μέρες, βράδια, νύχτες,
ακόμα και πρωινά, άδεια
όπως μια ξεχασμένη κανάτα καφέ,
βρήκα τον δρόμο μου μέσα από τα θρο
ΐσματα της άνοιξης
και ήθελα τα πάντα γύρω μου να τρεμοπαίζουν σαν τη στενή παλίρροια
σε μια παραλία την ώρα του ηλιοβασιλέματος στην Ν. Καρολίνα,
βρήκα τον δρόμο μου μέσα
από ένα άδειο καπέλο του πατέρα μου μέσα στη ντουλάπα της μητέρας μου
και ένα κρεβάτι που κοιμήθηκε μόνο στη μια του μεριά,
δίχως ποτέ να τσαλακώσει μια ίντσα από
την άλλη πλευρά,
περιμένοντας,
περιμένοντας,

βρήκα τον δρόμο μου μέσα από διακρίσεις στο σχολείο,
το μόνο μέρος που μπορούσα
να μιλήσω
                η τάξη
                ή στα μαθήματα πιάνου μου, το καναρίνι της Δασκάλας μου πάντα
                τραγουδούσε υπέροχα για τα ταλέντα μου,
                λες και είχα απεκδυθεί τμήμα του σώματός μου κατά την είσοδο μου
                στο σπίτι της
                και τώρα έψαχνα σε κάθε φιλντισένια θήκη
                των πλήκτρων, περνώντας τα δάκτυλά μου πάνω από μαύρες
                ράχες και γύρω από λείες πέτρες,
                απορώντας πού είχα χάσει τα αναθεματισμένα μου όργανα,
                ή το στόμα μου που μερικές φορές άνοιγε
                σαν Καλιφορνέζικη παπαρούνα,
                ορθάνοιχτη κάνει αντίθεση
                όμορφη στα απέραντα χωράφια,
                ολότελα κλειστή μέρα και νύχτα,

Βρήκα τον δρόμο μου από ηλικία σε ηλικία
αλλά όλες μοιάζαν αγέραστες
ή ίσως πάντα
γέρικη και μοναχική,
επιθυμώντας ένα μόνο πράμα, περιστοιχισμένη με τη μουντή πικρή μυρωδιά
από φύλλα πορτοκαλόδεντρων,
επιθυμώντας μόνο να αγγιχτώ από έναν άντρα που θα μ' αγαπούσε,
που θα ήταν εκεί κάθε νύχτα
να βάζει το μεγάλο δυνατό του χέρι πάνω απ' τον ώμο μου,
που δίπλα στους γοφούς του θα ξυπνούσα κάθε πρωί,
που τα μουστάκια του ίσως άγγιζαν ένα αποκοιμισμένο πρόσωπο,
ενώ ονειρεύεται πιάνα που βγάζουν τον ήχο του Μότζαρτ
και του Σούμπερτ δίχως να έχουν την απαίτηση
η ζωή να ρουφάει τα πάντα
από μέσα σου κάθε μέρα,
δίχως να έχουν την απαίτηση του κενού
μιας άτολμης σύντομης ζωής.

Θέλω να ευχαριστήσω τη μητέρα μου
για το ότι με άφηνε να την ξυπνάω μερικές φορές στις 6 το πρωί
όταν εξασκούμουν για τα μαθήματά μου
και για το ότι βεβαιώθηκε πως θα είχα ένα πιάνο
για να αφήνω πάνω τα σχολικά βιβλία μου, κάθε απόγευμα.
Δεν έχω αγγίξει το πιάνο εδώ και 10 χρόνια,
ίσως από φόβο πως η λίγη αγάπη που θα ήμουν ικανή να
βγάλω, σαν χνούδι, από τις γωνιές στις τσέπες,
θα χαθεί,
θα γλιστρήσει μακρυά,
μέσα στο τρομακτικά αδειανό σπήλαιό μου
αν ποτέ μπω στον κόπο να το ανοίξω ξανά.
Η αγάπη είναι ένας άντρας
με ένα μουστάκι
που με κρατά απαλά κάθε νύχτα,
πάντα βρίσκεται εκεί όταν χρειάζομαι να τον αγγίξω
αυτός δε θα μπορούσε να γνωρίζει την επίπονα δυνατή
μουσική από το παρελθόν που
η αγάπη του σταματά από το να κοπανιέται, να χτυπιέται,
να σφυροκοπιέται μέσα στο μυαλό μου,
που βάζει τα δυνατά της να καταστρέψει τους εύθραυστους νευρώνες μου όταν
είμαι μόνη
αυτός δεν ακούει το καναρίνι της Δασκάλας μου να τραγουδάει για μένα,
απολαμβάνοντας τον ήχο από το μάθημά μου για αυτή τη βδομάδα,
μιλώντας μου,
επιβεβαιώνοντας αυτό που λέει η δασκάλα μου,
ότι έχω ένα χάρισμα στο πιάνο
που ελάχιστοι από τους υπόλοιπους μαθητές της έχουν.
Όταν αγγίζω τον άντρα
που αγαπώ,
θέλω να ευχαριστήσω τη μητέρα μου που μου παρείχε
μαθήματα πιάνου
όλα αυτά τα χρόνια,
κρατώντας ζωντανή την ανάμνηση του Μπετόβεν,
ενός κουφού βασανισμένου άνδρα,
στο μυαλό μου
                    της ομορφιάς που μπορεί να προκύψει
ακόμα κι από ένα άσχημο
παρελθόν.





Diane Wakoski, “Thanking My Mother for Piano Lessons” from Emerald Ice: Selected Poems 1962-1987. Copyright © 1988 by Diane Wakoski. Reprinted
with the permission of David R. Godine/Black Sparrow Press, www.blacksparrowbooks.com/titles/wakoski.htm.
Source: Emerald Ice: Selected Poems 1962-1987 (1988)

https://www.poetryfoundation.org/poems/46661/thanking-my-mother-for-piano-lessons

Juana Castro - Πηνελόπη (μετάφραση)

Καμπούλ

Πουλάκι σε κλουβί, μου έχουν βγάλει τα μάτια
κι έχω ένα πλέγμα
ριγμένο πάνω στον κόσμο.
Ούτε ο ίδιος μου ο ιδρώτας δε μου ανήκει.
Περίμενε στο χολ, μου είπαν, και έπλεξα
τα χέρια μου καθώς έκρυβα τη ζήλια
για τις κατσίκες που στο βουνό φύλλα μασούν.
Τυφλωμένη από την ιστορία και το λινό
με χάνω μέσα στις σκιές
και ψηλαφητά πάω να μετρήσω
το φως του μεσημεριού.
Η νύχτα μου φορτίο
που δίχως φώτα με πετάει
η ελπίδα του χρόνου
σφηνωμένη στα γράμματα. Η νύχτα μου, το φως μου
αυλακωμένο με μαύρο, πόσο ζυγίζει
ο μανδίας μου και το κέντημά του, πόσο διαρκεί
η μαύρη ειρήνη του πουλιού, πόσο διαρκεί.


[συλλογή Ο ξένος, Μαδρίτη, 2000]

Wifredo Lam (1902-1982), άτιτλο, 1950. 73 x 54 εκ

Ιστορία- Carol Ann Duffy (μετάφραση)

Ξύπνησε γερασμένη επιτέλους, μόνη,
κόκκαλα σε κρεβάτι, ούτε ένα δόντι
στο κεφάλι της, ημίνεκρη, σύρθηκε
και τρέκλισε στον κάτω όροφο
μες στο κουρέλι του νυχτικού της,
ζέχνοντας κάτουρο.

Ρούφηξε τσάι, κοίταξε επίμονα
το χέρι της- φλέβες, λεκιασμένα γάντια-
κοντανάσανε και έβηξε, τράβηξε
το παλτό που κρεμόταν από ένα γάντζο
στην πόρτα, ξάπλωσε στον καναπέ,
μισοκοιμήθηκε, ροχάλισε.

Ήταν Ιστορία.
Τους είχε δει να τον ξεκρεμάνε απαλά
από τον Σταυρό, τη μητέρα του να παλεύει
για μιαν ανάσα, λες κι ο θάνατός του
ήταν μια δύσκολη γέννα, οι στρατιώτες φτύνουν,
δόρια στη γη.

ήταν εκεί
όταν ο ψαράς ορκίστηκε πως είχε επιστρέψει
από τους νεκρούς, είδε τις βασιλείες να αναδύονται
Ιερουσαλήμ, Κωνσταντινούπολη, Σικελία, παρακολουθούσε
επί εκατό χρόνια καθώς ο αέρας της Ρώμης
γινότανε πέτρα,

είδε με τα μάτια της τους πολέμους,
τις αιματηρές σταυροφορίες, τις ήξερε χρονολογικά
και αλφαβητικά, Μπάνοκμπερν, Πάσκεντεϊλ,
Μπάμπι Γιαρ, Βιετνάμ. Είχε ακούσει τις τελευταίες λέξεις
των μαρτύρων που κάηκαν στον πάσσαλο, των δολοφόνων
που κρεμάστηκαν από τον λαιμό,

παρακολούθησε από κοντά
πώς ο άγιος σφύριξε και έφτυσε στις φλόγες,
πώς ο δικτάτορας που βαδίζει και τραυλίζει στην ταινία 
τίναξε στον αέρα τα μυαλά του, πώς τα παιδιά κουνούσαν
τα μικρά τους χέρια μέσα απ' τα τραίνα. Ξύπνησε πάλι,
κρύο, στο σκοτάδι,

στο άδειο σπίτι.
Τούβλα σπάνε το παράθυρο αυτή τη φορά, κλέφτες
μέσα στη νύχτα. Όταν χτυπήσαν το κουδούνι της
δεν ήταν κανείς εκεί, φρέσκο γκράφιτι γραμμένο
πάνω στην πόρτα της, σκατά τυλιγμένα σε μια εφημερίδα τοποθετημένη
πάνω στο πάτωμα.






Αληθινή Αγάπη - Judith Viorst (μετάφραση)

Είναι αληθινή αγάπη γιατί
Βάζω μολύβι ματιών και ένα κονσέρτο και κάνω δηκτικές
            παρατηρήσεις για τα φλέγοντα ζητήματα της ημέρας
Ακόμα κι όταν δεν είναι κανείς εδώ πέρα από εκείνον,
Και γιατί
Δεν νιώθω απέχθεια όταν βλέπω τους Green Bay Packers
Παρ' ότι φιλοσοφικά αντιτίθεμαι στη μπάλα,
Και γιατί
Όταν αργεί για βραδινό και ξέρω πως ενδεχομένως
            είτε έχει γκόμενα είτε βρίσκεται νεκρός στη
            μέση του δρόμου,
Πάντα εύχομαι να'ναι νεκρός.


Είναι αληθινή αγάπη γιατί
Αν έλεγε σταμάτα να πίνεις μαρτίνι αλλά εγώ συνέχιζα να πίνω
            και το επόμενο πρωί δεν μπορούσα να σηκωθώ από
            το κρεβάτι,
Δε θα μου 'λεγε πως μου το 'χε πει,
Και γιατί
Είναι δεκτικός στο να φοράει ασιδέρωτα εσώρουχα
Από σεβασμό στο γεγονός ότι φιλοσοφικά
            αντιτίθεμαι στο σιδέρωμα,
Και γιατί
Αν η μάνα του πνιγόταν κι εγώ πνιγόμουν και
            είχε να διαλέξει ποια απ' τις δυο μας να σώσει,
Λέει πως θα έσωζε εμένα.


Είναι αληθινή αγάπη γιατί
Όταν πήγε στο San Francisco για δουλειές ενώ εγώ
              έπρεπε να μείνω σπίτι με τους μπογιατζήδες και τον
              απεντομωτή και το μωρό που πέρναγε
              ανεμοβλογιά,
Κατάλαβε γιατί τον μίσησα,
Και γιατί
Όταν είπα ότι το να παίζει στο χρηματιστήριο ήταν
              ανώριμο και ανεύθυνο και τότε η μετοχή που
              δεν τον άφηνα να αγοράσει εκτοξεύτηκε εικοσιέξι μονάδες,
Κατάλαβα γιατί με μίσησε,
Και γιατί
Παρά τον τσιγαρόβηχα, το σάπισμα των δοντιών, τις καούρες,
              την πιτυρίδα, και άλλα χαρακτηριστικά της παντρεμένης ζωής που
              τείνουν να απαλύνουν τη φλόγα του πάθους,
Ακόμα νιώθουμε κάτι
Που μπορούμε να πούμε
Αληθινή αγάπη.







*από τη συλλογή It's hard to be over thirty and other tragedies of married life, 1970



[σονέτο, άτιτλο] Diane Seuss, (μετάφραση)

Ελπίζω πως όταν συμβεί θα έχω το χρόνο να πω ω ώστε λοιπόν έτσι συμβαίνει
αντίθετα με τον Φρανκ που τον χτύπησε ένα τζιπ στο Νησί της Φωτιάς αλλά όχι σαν τον μπαμπά που ήξερε πολύ
πριν έξι αναθεματισμένα χρόνια είναι τόσα πολλά στη ζωή ενός νέου ανθρώπου που έκαναν έναν γλυκό τύπο σαρκαστικό
θέλω αρκετό χρόνο για να πω ω ώστε έτσι λοιπόν φεύγω απο δω και να χαμογελάσω αυτάρεσκα στην τελευταία μου ρίμα
ρίμαρα μερικές φορές γιατί ήθελα να κάνω κάτι όμορφο ειδικά για τον Μάικλ
που του άρεσαν τα όμορφα πράματα μαλακά και μικρά πράματα που έκλαιγε σε μια λευκή πετσέτα όταν πλήγωσα
τον εαυτό μου όταν συμβεί δε θέλω να είμαι φοβισμένη θέλω να είμαι περίεργη ήταν ο Μάικλ περίεργος
φοβάμαι ότι ως τότε ήταν απλά λυπημένος δεν του είχαν μείνει καθόλου λεφτά ζούσε με πράσινα πορτοκάλια
φίλησε όλους του τους φίλους για αποχαιρετισμό φίλησα χείλη που είχαν φιλήσει τα χείλη του Φρανκ παρ' ότι δεν ήταν
για μένα ηθελημένο φιλί φίλησα με τη θέλησή μου χείλη που φίλησαν του Χάουαρντ τα χείλη στο νεκροκρέβατό του
με ευχαρίστηση φίλησα χείλη που φίλησαν χείλη που φίλησαν του Μπασκιάτ τα χείλη ξέρω έναν άνδρα που έλεγε
πως φίλησε χείλη που φίλησαν χείλη που φίλησαν χείλη που φίλησαν χείλη που φίλησαν του Γουίτμαν
τα χείλη ποιος θα πει για μένα την φίλησα ποιος θα πει για μένα φίλησα κάποιον που φίλησε
εκείνη ή φίλησα κάποιον που φίλησε κάποιον που φίλησε κάποιον που φίλησε εκείνη.



[Frank O' Hara, ποιητής]

Bobby, Diane Seuss (μετάφραση)

Όλοι οι ηθοποιοί από τις κωμωδίες
Που έβλεπα παιδί είναι νεκροί
Και οι μουσικοί, δολοφονημένοι
ή φυσικά
αίτια. Πιάσε το νόημα
φωνάζουν από την κορυφή
του αρχαίου Ρωμαϊκού
αμφιθεάτρου. Όχι
δε θα πιάσω το νόημα. Ακόμα
βρίσκω νόημα
στο μπολ σούπας που πλέον μπορεί
να χυθεί απευθείας
από το βάζο και να μπει
σε ένα κουτί που θερμαίνει
μέσω ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας.
Κάποτε είχα στην κατοχή μου
μια κιθάρα και μου έμαθα
λίγες συγχορδίες του "Me
and Bobby McGee" και διάολε
κι αν δεν το 'χα να τραγουδάω
καλά.
Η φωνή μου δεν ήταν σαν της Janis.
Καμία σχέση με τη Janis. Ήταν ψηλή
γαλήνια
με έκταση
διαπεραστική
μέτζο
έντονα λυρική
έντονα τρεμουλιαστή
πολύ αδυνατισμένη σαν ένας πίδακας νερού
που οι γείτονες παραπονιούνται για
την ομορφιά του τραγούδησα τραγουδώντας τραγουδώ
μόλις που άρχισα να αρχίζω
και δεν τελειώνω.

Αν είχα τρεις ζωές- Sarah Russels (μετάφραση)

 με αφορμή τη "Μελβούρνη" του Williams

Αν είχα τρεις ζωές, τις δύο θα σε παντρευόμουνα.
Κι αυτή που μένει; Ίσως σ' αυτή τη ζωή λίγο πιο κει
στα Σταρμπακς, θα καθόμουνα μόνη, γράφοντας ------ απομνημονεύματα,
ένα διήγημα ή αυτό το ποίημα. Πιθανότατα χωρίς παιδιά,
σε ένα μικρό διαμέρισμα με θέα το ποτάμι,
και βιβλία --- πολλά βιβλία --- και χρόνο για διάβασμα.
Φίλοι που μαζί θα γελάμε, και ένας άνδρας μερικές φορές
τα σαββατοκύριακα, για να θυμάμαι την αίσθηση που χει το δέρμα
όταν αισθάνεται ζωντανό. Θα μαι πιο αδύνατη σ' αυτή τη ζωή, βίγκαν,
θα κάνω γιόγκα. Θα πηγαίνω σε προβολές ταινιών, σε αγορές προϊόντων,
πίνοντας μαρτίνι με φαρδιά μπλουζάκια και μεγάλα κοσμήματα.
Θα κάνω διακοπές στη Δυτική ακτή φορώντας ένα φανελένιο μπλουζάκι
που ένας τύπος ξέχασε σπίτι το σαββατοκύριακο, απολαμβάνοντας τη μυρωδιά του ιδρώτα
και του αποσμητικού περισσότερο απ' όσο εκείνον. Θα περπατάω στην παραλία
στο ηλιοβασίλεμα, βρίσκοντας τέλεια σπειροειδή κοχύλια και μελετώντας τα πορώδη σημάδια
που το νερό αφήνει στην άμμο. Και θα αναρωτιόμουν που και που
αν ποτέ θα σε συναντήσω.